Έχουμε συνηθίσει να αναμένουμε στις σελίδες του κατεστημένου Τύπου μία ανιαρή παράθεση «πολιτικών απόψεων», με η χωρίς εισαγωγικά. Απόψεων που είναι ενταγμένες αυστηρά στην άνωθεν προσδιορισμένη ατζέντα, στοιχημένες σαφώς σε κάποιαν κομματική, η έστω παραταξιακή, λογική και που επιχειρούν - στην καλύτερη περίπτωση να πούν κάτι, χωρίς όμως να θίξουν στο παραμικρό οποιονδήποτε παράγοντα της δημόσιας ζωής. Οι κυριακάτικες επιφυλλίδες του καθηγητή Γιανναρά, εδώ και κάμποσα χρόνια, αποτελούν μία σπάνια και ανακουφιστική εξαίρεση σ’ αυτόν τον αυχμηρό κανόνα. Ο λόγος, παρά το διανοητικό του φορτίο, είναι ολοζώντανος, η κρίση κόβει σαν μαχαίρι και κάθε κατεργάρης πάει στον πάγκο του. Είτε πρόκειται για πολιτικό αρχηγό είτε για τον Αρχιεπίσκοπο, είτε για συνδικαλιστικό φορέα είτε για τον μέσο πολίτη. Η εξασκημένη στον χώρο της γνώσης ματιά του αξιοποιεί τον πλούτο των ανθρωπιστικών επιστημών στις οποίες ο συγγραφέας έχει παράξει έργο μοναδικό για τα νεοελληνικά (και όχι μόνο) δεδομένα τέσσερεις δεκαετίες τώρα, και φτάνει εύκολα στην αναζήτηση της ουσίας των πραγμάτων: Στο «που κείται το καίριο». Η διαπίστωση είναι ξεκάθαρη, είναι ακριβώς ο τίτλος του βιβλίου: Κατάρρευση. Φτάνει με τις ψευδαισθήσεις και με τα ιδεολογήματα, με τις παρηγοριές και με τις απάτες. Πρώτο μέλημά μας, αν θέλουμε να επιβιώσουμε συλλογικά, πρέπει να είναι η αποδοχή της πραγματικότητας. Τα τεκμήρια της κατάρρευσης βοούν γύρω μας, το ζήτημα είναι αν εμείς θέλουμε να τα αντικρύσουμε κατάματα, αν αντέχουμε να τα αντιμετωπίσουμε.
Ποια είναι σήμερα τα μείζονα προβλήματα της Ελλάδας; Είναι η δημογραφική μας εξαφάνιση; Είναι η ερήμωση της ελληνικής υπαίθρου; Είναι ο γιγαντισμός της αθηναϊκής πόλης κράτους; Είναι ο παρασιτισμός του ελλαδικού μοντέλου επιβίωσης; Είναι η ενδημική διαφθορά σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας; Είναι η μετριοκρατία και η μηντιοκρατία; Είναι η πολιτισμική μας αποπλάνηση από την Εσπερία; Ποιο άραγε από αυτάά προβλήματα αποτελεί προτεραιότητα οποιουδήποτε κόμματος; Ποιο από αυτά βρίσκεται στην καθημερινή πολιτική ατζέντα; Υπάρχει κάποιος εχέφρων πολίτης που θεωρεί ότι η σημερινή κυβέρνηση θα ασχοληθεί (δεν λέω «θα λύσει») με κάποιο από αυτά; Κάποιος που πιστεύει ότι το ΠαΣοΚ όταν γυρίσει στα πράγματα θα το πράξει; Κάποιος που, με δεδομένο το σημερινό πολιτικό σκηνικό, να βλέπει μία διέξοδο φυγής, έστω και στην απίθανη περίπτωση που τα μικρότερα κόμματα της Αντιπολίτευσης θα είχαν κάποιαν εξουσία στα χέρια τους; Και τι κάνει κανείς όταν βρίσκεται σε τέτοιο σημείο απελπισίας; Βαυκαλίζεται με «αισιοδοξίες» του τύπου «η δημοκρατία δεν έχει αδιέξοδα»; Συνεχίζει να βλέπει «μισογεμάτο» ένα ποτήρι αδειανό από χρόνια; Εξακολουθεί να κολακεύει όσους πονηρούς η ολιγόνοες επιμένουν ότι θα μας ξεδιψάσουν κιόλας με το ποτήρι αυτό; τα τρομακτικ
Ο συγγραφέας δεν χαρίζεται ούτε σε ψυχολογικές ανάγκες ούτε σε οπισθοβουλίες. Τα κείμενά του δίνουν την πρώτη ύλη για το χτίσιμο μιας πρότασης ανάνηψης, μίας πορείας αντίθετα στο ρεύμα εκείνο που μας πάει όλο και πιο κάτω. Μπορεί κανείς να μην συμφωνεί με κάθε επιμέρους διαπίστωση, όμως δεν είναι εύκολο να απορρίψει την συνολική προσέγγιση και κριτική, έστω κι αν ενοχλείται από την ευθύτητά της. «Υπουργοί με κωμικοτραγική ανεπάρκεια», «ανενδοίαστοι προπαγανδιστές της Πλεκτάνης Ανάν», «καθημερινή συμφορά η ανήθικη τηλεοπτική δημοσιογραφία», «νεοδημοκρατική ληθαργική αφασία», «κορυφαίος της φαιδρότητας ο ολίγιστος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης», «ψευδεπίγραφη Αριστερά», «παλαιοημερολογιτισμός του Περισσού», «γελοιώδης συναγερμική απόφυση»; Ναί, αυτές δεν είναι οι διαπιστώσεις της πλειοψηφίας των πολιτικώς εγγράμματων πολιτών; Γιατί δηλαδή πρέπει να ζήσουμε τη μοναδική ζωή μας στον τόπο αυτόν, τον ένδοξο μά ρημαγμένο, χωρίς μία ελπίδα να δούμε κάποιαν αλλαγή, να πούμε τα πράγματα με τ’ όνομά τους; Πότε θα δεχθούμε και πότε θα φωνάξουμε ότι «ο βασιλιάς είναι γυμνός», πόσα πια χρόνια μελέτης των ανατομικών του λεπτομερειών χρειαζόμαστε;
Ο καθηγητής Γιανναράς εδώ και χρόνια ρισκάρει και μιλά εκεί που η πλειοψηφία αποδεικνύεται μουγκό κοπάδι. Βεβαίως το τίμημα ήδη το έχει πληρώσει στη ζωή του με την απόρριψη, την αμφισβήτηση, την αποσιώπηση από εχθρούς και (πρώην) φίλους. Δεν είναι καθόλου εύκολο να μιλάς, από ένα βήμα όπως οι κορυφαίες κυριακάτικες εφημερίδες, για πράγματα που θίγουν τέτοια ζητήματα και ανοίγουν διαρκώς μέτωπα, συχνά και με όσους μέχρι χθές βρίσκονταν δίπλα σου. Δυστυχώς η ψευτιά και η απάτη είναι πια ο κανόνας σε κάθε έκφανση του δημόσιου βίου και οι συγκρούσεις είναι αναπόφευκτες. Ακόμα κι όσοι δέχονται ως αληθή τα λεγόμενά σου, αναμένουν ένα λυτρωτικό «δια ταύτα», μία συνταγή που θα θεραπεύσει όλη την κακοδαιμονία που εξέθεσες. Όταν λοιπόν δούν ότι δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα και το μόνο που μπορείίς να κάνει πρακτικά είναι να αναλάβει τις προσωπικές του ευθύνες, το πιθανότερο είναι να απομακρυνθούν απογοητευμένοι. κανε
Μάθαμε όλοι να λειτουργούμε με τρόπο μηχανικό και μανιχαϊκό. Είσαι με τους εθνομηδενιστές η με τους εθνικιστές, με τους πράσινους η τους γαλάζιους, με τον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό. Είναι το δυαδικό σύστημα των υπολογιστών 0 - 1, η το οn - off των μηχανών. Αν δεν ξεφύγει κανείς από το επίπεδο αυτό, αν δεν ξαναμάθει να σκέφτεται, αν δεν αποκτήσει δηλαδή παιδεία αληθινή, ένα ζήτημα που ο Γιανναράς ως παλαίμαχος δάσκαλος επαναφέρει διαρκώς, θα φύγει μία μέρα από τα εγκόσμια χωρίς να έχει αντιληφθεί όχι μόνο κείμενα σαν τα συγκεκριμένα αλλά ούτε και τίποτε άλλο υψηλό και ουσιώδες στη ζωή…
Αναδημοσίευση από τον ΑΝΤΙΦΩΝΗΤΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου