Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012

''Reminiscing in Tempo'' καθώς το αργό τραίνο σφύριζε στο δρόμο για το Νότο


''Σταμάτησαν σε μια σιδηροδρομική διάβαση και σε λίγα δευτερόλεπτα ένα τραίνο πέρασε με εκκωφαντικό θόρυβο από μπροστά τους. Κοίταξαν τον μακρύ τοίχο των φορτίων, καθώς περνούσε αργά και γεμάτος βουή, κάνοντας τις γραμμές να τρίζουν από το βάρος. Ο Ντιουκ δε σταμάτησε να νοιώθει νοσταλγία για τις μέρες που διέσχιζαν την Αμερική με τραίνο, και δύο πούλμαν μισθωμένα ειδικά για το συγκρότημα: ένα προστατευτικό κουκούλι που τους απομόνωνε από τους ρατσιστές του Νότου. Τα τραίνα ήταν το αγαπημένο του περιβάλλον για δουλειά. Τις περισσότερες συνθέσεις τις έγραφε πάντοτε εν κινήσει ή στις ελάχιστες ώρες που ξέκλεβε ανάμεσα στα ξενοδοχεία. Το τραίνο του προσέφερε ταυτόχρονα την αίσθηση της έμπνευσης και την απομόνωση που χρειαζόταν για να συγκεντρωθεί.
Όταν πέθανε η μητέρα του, είχε κλειστεί σ' ένα ιδιωτικό τμήμα του Πούλμαν και είχε γράψει το ''Reminiscing in Tempo''- συνεπαρμένος από το ρυθμό και την κίνηση του τραίνου που διέσχιζε βιαστικά το Νότο. 

 


Ξανά και ξανά η φλυαρία των τραίνων και των συριγμών έβρισκε δίοδο στη μουσική του, ιδιαίτερα στη Λουιζιάνα, όπου οι πυροσβέστες έπαιζαν μπλουζ στις σφυρίχτρες των πυροσβεστικών, κάτι λασπωμένα και στοιχειωμένα πράγματα, όπως μια γυναίκα που τραγουδούσε μες τη νύχτα. Οι σιδηροδρομικές γραμμές διέσχιζαν τη μουσική του, όπως διέσχιζαν την ιστορία των μαύρων Αμερικανών: εκείνοι έφτιαξαν τις γραμμές, δούλεψαν πάνω τους, και να σου τώρα κι αυτός, να συνθέτει πάνω τους: αυτή την παράδοση είχε κληρονομήσει. Μια φορά στο Τέξας, όπως είχε σταματήσει το τραίνο στην τροχιά αναμονής, ήταν ένα μάτσο εργάτες του σιδηρόδρομου στις γραμμές, και κοιτώντας το παράθυρο τον είδαν σκυμμένο πάνω από ένα πεντάγραμμο, ο ιδρώτας του να στάζει πάνω στη σελίδα. Ένας χτύπησε ελαφρά το παράθυρο, δεν ήθελε να τον ενοχλήσει, αλλά ήθελε απεγνωσμένα να του πει ''Γεια σου Ντιουκ'' ή κάτι τέτοιο. Κι εκείνος είχε σηκωθεί χαμογελώντας, και τους είχε πει τι ήταν αυτό που δούλευε- το ''Day-brake Express'', ένα κομμάτι για τους άντρες που έφτιαξαν τις γραμμές του σιδηροδρόμου.
''Σκάβουν και σκάβουν και σφυροκοπούν για έξι μήνες, και μετά περνάει το τραίνο-σσσσσουιςςςς...τσουφ τσουφ τσουφ...''
Τους εξηγούσε τη μουσική του, κι έβλεπε τα μάτια τους να γεμίζουν περηφάνια.
Είχε μαζέψει τέτοιες μνήμες απ' όλο τον καιρό που ταξίδευε με τραίνο , κι αργότερα έψαχνε για έναν τόνο που θ' αντιστοιχούσε σε όσα είχε δει: χρώματα σαν το ψημένο κόκκινο του δειλινού στην Σάντα Φε, ή οι φλόγες που έγλειφαν με κίτρινο τη νύχτα στο Οχάιο, ολόκληρος ο ουρανός πλημμυρισμένος από την καφεκόκκινη ζέστη που ανέδιδαν τα καμίνια.
Ο θόρυβος των τροχών και των γραμμών αντηχούσε καθώς περίμεναν να περάσει το ατέλειωτο τραίνο.
''Μακρύ τραίνο'', είπε τελικά ο Χάρι, βάζοντας πάλι ταχύτητα και καβαλώντας με θόρυβο τις γραμμές.
''Ναι ήταν μακρύ'', είπε ο Ντιουκ καθώς επιτάχυναν, κοιτώντας πίσω τους το αργό τραίνο που σφύριζε στο δρόμο για το Νότο.''

Από το ''BUT BEAUTIFUL'' του GEOFF DYER

Δεν υπάρχουν σχόλια: