''Φόρτωνε τη μουσική του με τόσο πολλή ζωή και τόσο θόρυβο της πόλης που και τριάντα χρόνια αργότερα όποιος άκουγε το ''Pithecanthropus Erectus'' ή το ''Hog-Calling Blues'' ή οποιοδήποτε άλλο απ΄αυτά τα άγρια ρυθμικά κομμάτια δεν θα ήταν σίγουρος αν αυτές οι φωνές και τα ουρλιαχτά ήταν κάποιο πνευστό στο δίσκο ή οι ασπροκόκκινες σειρήνες κάποιου περιπολικού που τσίριζε έξω απ΄το παράθυρο. Ακόμη κι όταν άκουγες απλώς τη μουσική του , κατά κάποιον τρόπο συμμετείχες, προσέθετες κάτι επιπλέον''.
Εδώ ο Μίνγκους τραγουδάει και παίζει στο πιάνο μαζί με το Ρολαντ Κερκ στα πνευστά το ''Hog-Calling Blues''. Στοιχειώνει μουσικά το κομμάτι η μαύρη κραυγή του σκλάβου της φυτείας και ποτίζει με μπλουζ όλη αυτή τη σουίνγκ αίσθηση. Μαγεία...........
Τον Ρόλαντ, τον οποίο όταν συνάντησε πρώτη φορά ήταν σαν να συναντούσε ένα δίδυμο αδερφό, λες και ''είχαν χωρίσει στη γέννα'' όπως λέει και ο G.D. Ακριβώς γιατί ο Κέρκ ήταν σαν τον Μίνγκους, ό,τι είχε μέσα του ήταν σαν εγκυκλοπαίδεια της μαύρης μουσικής. Σχεδόν δε σκεφτόταν όταν έπαιζε, τον καθοδηγούσαν τα όνειρά του : σε όνειρο είχε δει πρώτη φορά ότι έπαιζε τρία πνευστά ταυτόχρονα, κι ένα όνειρο τον έκανε να υιοθετήσει το όνομα Ραχσάαν.
Τον Ρόλαντ, τον οποίο όταν συνάντησε πρώτη φορά ήταν σαν να συναντούσε ένα δίδυμο αδερφό, λες και ''είχαν χωρίσει στη γέννα'' όπως λέει και ο G.D. Ακριβώς γιατί ο Κέρκ ήταν σαν τον Μίνγκους, ό,τι είχε μέσα του ήταν σαν εγκυκλοπαίδεια της μαύρης μουσικής. Σχεδόν δε σκεφτόταν όταν έπαιζε, τον καθοδηγούσαν τα όνειρά του : σε όνειρο είχε δει πρώτη φορά ότι έπαιζε τρία πνευστά ταυτόχρονα, κι ένα όνειρο τον έκανε να υιοθετήσει το όνομα Ραχσάαν.
..........
'Μίνγκους, Μίνγκους, Μίνγκους - όχι απλώς όνομα, αλλά ρήμα, ακόμη και η σκέψη του ήταν μια μορφή πράξης, εσωτερικής ώθησης.
Σταδιακά απέκτησε το βάρος και τις διαστάσεις του οργάνου του (*). Έγινε τόσο βαρύς που το μπάσο ήταν απλά κάτι που το κρεμούσε στον ώμο του, σαν ταγάρι, σχεδόν χωρίς βάρος. Όσο μεγάλωνε αυτός τόσο μίκραινε το μπάσο. Το καταδυνάστευε και το 'κανε ό,τι ήθελε. Κάποιοι έπαιζαν μπάσο σαν γλύπτες, σμιλεύοντας νότες μες' από ένα βαρύ κι αλύγιστο κομμάτι πέτρας. Ο Μίνγκους έπαιζε λες και πάλευε, πλησιάζοντάς το, δουλεύοντας εκεί μέσα, βουτώντας το απ' το λαιμό, τραβώντας τις χορδές σαν να του ΄βγαζε τ΄άντερα. Τα δάχτυλά του ήταν δυνατά σαν λαβίδες. Κάποιοι καυχιόντουσαν οτι τον είχαν δει να κρατάει ένα τούβλο ανάμεσα στο δείκτη και τον αντίχειρά του, και ν΄αφήνει δυο μικρά βαθουλώματα στα σημεία που το΄χε πιάσει. Και ύστερα θ΄άγγιζε τις χορδές πιο απαλά κι από τη μέλισσα που προσγειώνεται στα ροζ πέταλα ενός λουλουδιού στην Αφρική, που ανθίζει σε απάτητα, άγνωστα μέρη. Όταν έπαιζε με το δοξάρι, έκανε το μπάσο ν΄ακούγεται σαν το βουητό μιας τεράστιας ενορίας την ώρα της λειτουργίας.
Τα περίφημα δάχτυλα του Μίνγκους.''
-Τα κείμενα με την πλάγια γραφή είναι από το βιβλίο ''BUT BEAUTIFUL''- Geoff Dyer, 1996 Milton J.Hilton publications.
- (*) όπως ακριβώς συνέβη και με τον τενόρο-σαξοφωνίστα Ben Webster, ο οποίος μεγαλώνοντας στην ηλικία και ωριμάζοντας μουσικά ,έβγαζε από το σαξόφωνό του πια τόσο αισθαντικό και στρογγυλεμένο ήχο , ακριβώς και όπως ήταν ο ίδιος: τεράστιος σχεδόν σαν μια πελώρια φουσκωτή μπάλα.
- Για μένα ο Μίνγκους είναι η πιο πληθωρική και συναρπαστική μορφή της τζαζ διότι χάραξε νέους αβάντ-γκαρντ δρόμους, γνωρίζοντας άψογα το όργανό του και όχι κάνοντας εντυπωσιακούς αυτοσχεδιασμούς και συνθέσεις για να εντυπωσιάσει όπως αρκετοί φορώντας το μανδύα της φρη-τζαζ.Και το πιο τρομερό: πέθανε ανήμπορος σε αναπηρικό καρότσι σχεδόν ακίνητος, μη μπορώντας να κουνήσει τα δάχτυλά του, αυτά που τόσες νότες σκόρπισαν παντού !
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου